Η κινόα είναι ένας θάμνος που καλλιεργείται για τους φαγώσιμους σπόρους του. Η επιστημονική του ονομασία είναι Chenopodium quinoa και ανήκει στα ψευδοδημητριακά. Έχει στενή συγγένεια με είδη όπως τα παντζάρια και το σπανάκι.
Η κινόα προέρχεται από τη Νότια Αμερική και είχε μεγάλη διατροφική σημασία για τους προ-Κολόμβιους πολιτισμούς των Άνδεων.
Ήταν η δεύτερη κύρια τροφή μετά την πατάτα και ακολουθούνταν από το καλαμπόκι. Σήμερα χαίρει υψηλής εκτίμησης για τη διατροφική του αξία και τα Ηνωμένα Έθνη το έχουν κατατάξει ως υπερτροφή.
Μάλιστα, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) έχει επίσημα χαρακτηρίσει το έτος 2013 ως «Διεθνές Έτος της Κινόα», η οποία έχει πλέον αναγνωριστεί από τον FAO ως τρόφιμο με «υψηλή θρεπτική αξία», «εντυπωσιακή βιοποικιλότητα», και με σημαντικό ρόλο για την επίτευξη της ασφάλειας των τροφίμων παγκοσμίως.
H περιεκτικότητά της σε πρωτεΐνες είναι πολύ υψηλή (14%), αλλά το σημαντικότερο είναι ότι η κινόα δείχνει ότι αποτελεί πηγή πλήρους πρωτεΐνης, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των φυτικών τροφών. Σε αντίθεση με το ρύζι ή το σιτάρι, τα οποία έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε λυσίνη (κυρίως) και ισολευκίνη, η κινόα περιέχει ισορροπημένη περιεκτικότητα σε απαραίτητα αμινοξέα για τους ανθρώπους, κάνοντας την ασυνήθιστα πλήρες είδος διατροφής.
Επιπλέον, είναι μια καλή πηγή διαιτητικών ινών και φωσφόρου και έχει υψηλή περιεκτικότητα σε μαγνήσιο και σίδηρο. Η κινόα είναι επίσης καλή πηγή ασβεστίου, και ως εκ τούτου είναι χρήσιμη για χορτοφάγους και για όσους έχουν δυσανεξία στη λακτόζη.
Η κινόα, επίσης, αποτελεί τροφή ελεύθερη-γλουτένης και δε δημιουργεί προβλήματα στην πέψη. Λόγω όλων αυτών των χαρακτηριστικών η κινόα εξετάζεται ως μια πιθανή καλλιέργιεα για το Ελεγχόμενο Σύστημα Οικολογικής Υποστήριξης Ζωής της NASA για μακράς διάρκειας επανδρωμένες διαστημικές πτήσεις.
Οι μελέτες έχουν πρόσφατα δείξει ότι η κινόα έχει υψηλή περιεκτικότητα σε αντιοξειδωτικές φυτοθρεπτικές ουσίες, κυρίως σε δύο φλαβονοειδή, την κουερσετίνη και την καμπεφερόλη. Πράγματι, η συγκέντρωση αυτών των δύο φλαβονοειδών στην κινόα είναι μεγαλύτερη από τη συγκέντρωσή τους σε φρούτα πλούσια σε φλαβονοειδή, όπως διάφορα είδη μούρων.
Σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα, η κινόα περιέχει, ακόμη, ένα εκτεταμένο σύνολο αντι-φλεγμονωδών φυτοθρεπτικών συστατικών.
Αυτός ο μοναδικός συνδυασμός των αντι-φλεγμονωδών παραγόντων στην κινόα μπορεί να είναι το κλειδί για την κατανόηση των προκαταρκτικών μελετών σε ζώα που δείχνουν ελάττωμένο κίνδυνο προβλημάτων που σχετίζονται με φλεγμονή (συμπεριλαμβανομένης της παχυσαρκίας), όταν τα ζώα τρέφονται με κινόα σε καθημερινή βάση.
Μεταξύ των αντι-φλεγμονωδών φυτοθρεπτικών συστατικών της κινόα περιλαμβάνονται: πολυσακχαρίτες, όπως αραβινάνες και ραμνογαλακτουρονάνες, υδροξυκιναμικό και υδροξυβενζοϊκό οξύ, τα φλαβονοειδή κουερσετίνη και καμπεφερόλη, καθώς και σαπωνίνες. Τέλος, οι μικρές ποσότητες ωμέγα-3 λιπαρών οξέων, που περιέχει η κινόα, συνεισφέρουν στην αντιφλεγμονώδη της δράση.
Σε σύγκριση με δημητριακά όπως το σιτάρι, η κινόα έχει υψηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και μπορεί να προσφέρει πολύτιμες ποσότητες καρδιοπροστατευτικών μονοακόρεστων λιπαρών οξέων (με τη μορφή ελαϊκού οξέος).
Η κινόα, όπως αναφέρθηκε, περιλαμβάνει και μικρές ποσότητες ωμέγα-3 λιπαρών οξέων, και συγκεκριμένα α-λινολενικό οξύ (ALA). Με δεδομένη τη σχετικά υψηλή περιεκτικότητά της σε λίπος, οι ερευνητές αρχικά υπέθεσαν ότι η κινόα θα είναι πιο επιρρεπής στην οξείδωση με αποτέλεσμα την καταστροφή των θρεπτικών της ουσιών.
Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η κινόα δεν οξειδώνεται όσο γρήγορα αναμενόταν με βάση την περιεκτικότητά της σε λίπος. Το εύρημα αυτό είναι μεγάλη είδηση από διατροφική άποψη, καθώς οι διαδικασίες βρασμού, σιγανού βρασμού και το μαγείρεμα στον ατμό δε φαίνεται να πλήττουν σημαντικά την ποιότητα των λιπαρών οξέων της κινόα, επιτρέποντάς μας να απολαμβάνουμε τη μαγειρεμένη υφή και γεύση της, διατηρώντας παράλληλα το θρεπτικό της όφελος.
Επιστήμονες τροφίμων υποθέτουν ότι αυτό οφείλεται στο ευρύ φάσμα των αντιοξειδωτικών της κινόα, συμπεριλαμβανομένων διαφόρων μελών της οικογένειας της βιταμίνης Ε όπως α-, β-, γ-και δ-τοκοφερόλη, καθώς και τα φλαβονοειδή κουερσετίνη και καμπεφερόλη, που συμβάλλουν σε αυτή την οξειδωτική προστασία.
Συνυπολογίζοντας το θρεπτικό περιεχόμενο της κινόα, θα πρέπει να τονιστεί ότι όλη η ποικιλότητα των διατροφικών ωφελειών της κινόα, της δίνουν αυτή τη μοναδικότητα μεταξύ των τροφών που σχετίζονται με καρπούς.
Το συνολικά υψηλό επίπεδο θρέψης που παρέχει η κινόα την καταξιώνει ως τρόφιμο με μεγάλο όφελος για την υγεία.
Πηγή:http://www.neadiatrofis.gr