Τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 αποφεύγουν τα γλυκά και τις γλυκαντικές ουσίες, καθώς μπορεί να προκαλέσουν απότομη αύξηση στα επίπεδα του σακχάρου τους.
Δεδομένου ότι και το μέλι, αν και φυσικό προϊόν, περιέχει σάκχαρα, πρέπει και αυτό να αποφεύγεται;
Όπως πιθανώς γνωρίζετε, δεν είναι όλα τα σάκχαρα ίδια. Η λευκή ζάχαρη που βάζουμε στον καφέ μας ή αυτή που περιέχεται στα συσκευασμένα αρτοσκευάσματα είναι πιο επεξεργασμένη άρα και πιο βλαβερή σε σύγκριση με τα φυσικά σάκχαρα των φρούτων και των λαχανικών, τη στέβια ή το μέλι.
Για να διατηρήσουν τα επίπεδα του σακχάρου τους σε ασφαλή επίπεδα, οι διαβητικοί πρέπει να περιορίζουν την καθημερινή τους πρόσληψη σε σάκχαρα (υδατάνθρακες) σε 45-60 γραμμάρια ανά γεύμα ή και λιγότερο. Μία κουταλιά της σούπας μέλι παρέχει τουλάχιστον 17 γραμμάρια σακχάρων. Αν και η ποσότητα αυτή μοιάζει μικρή, μπορεί να συμβάλει ώστε να ξεπεραστεί το προαναφερθέν όριο αν συνδυαστεί στο ίδιο γεύμα και με άλλες πηγές σακχάρων, όπως το λευκό ψωμί ή τα λευκά δημητριακά.
Επειδή είναι αδύνατο, και μάλιστα ανθυγιεινό όχι μόνο για τους διαβητικούς αλλά για όλους μας, να εξαλείψουμε εντελώς τους υδατάνθρακες από τη διατροφή μας, αυτό που πρέπει να φροντίζουμε είναι να τους λαμβάνουμε σε όσο το δυνατόν λιγότερο επεξεργασμένη μορφή ή σε προϊόντα που συνδυάζουν επίσης και άλλα ωφέλιμα συστατικά –όπως οι φυτικές ίνες, οι οποίες βοηθούν στην καλύτερη επεξεργασία των σακχάρων.
Να σημειωθεί ότι το μέλι είναι πιο γλυκό από τη ζάχαρη, οπότε μπορείτε να επιτύχετε το ίδιο γευστικό αποτέλεσμα χρησιμοποιώντας λιγότερη ποσότητα. Επίσης, το μέλι έχει γλυκαιμικό δείκτη περίπου 55, άρα θεωρείται τροφή με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Η λευκή ζάχαρη έχει γλυκαιμικό δείκτη 68.
Επομένως το μέλι έχει σίγουρα μια θέση στη ζωή του διαβητικού, εφόσον συνδυάζεται με πειθαρχημένη λήψη της φαρμακευτικής αγωγής και έναν υγιεινό τρόπο ζωής γενικότερα.