Όταν οι γυναίκες νιώθουν στρεσαρισμένες, οι ρυθμοί του μεταβολισμού τους μειώνονται, και έτσι το ίδιο γεύμα τις φορτώνει με περισσότερες θερμίδες απ’ ότι αν το έτρωγαν χαλαρές. Σε αυτό, τουλάχιστον, το συμπέρασμα κατέληξε πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου του Ohio που πραγματοποιήθηκε ανάμεσα σε 58 γυναίκες μέσης ηλικίας.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Jan Kiecolt-Glaser, διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που είχαν ένα ή περισσότερα στρεσογόνα περιστατικά την προηγούμενη μέρα έκαιγαν πολύ λιγότερες θερμίδες σε σχέση με εκείνες που έτρωγαν ήρεμες. Πόσο λιγότερες; Όσες αντιστοιχούν σε σχεδόν πέντε επιπλέον κιλά τον χρόνο.
Οι γυναίκες που υπέφεραν από στρες είχαν υψηλότερα επίπεδα ινσουλίνης, η οποία συμβάλλει στην αποθήκευση λίπους από τον οργανισμό. Το συσσωρευμένο λίπος είχε, επίσης, περισσότερες πιθανότητες να είναι οξειδωμένο –σε μορφή, δηλαδή, που να μπορεί εύκολα να χρησιμοποιηθεί για «καύσιμο» από τον οργανισμό.
«Γνωρίζουμε από προηγούμενες έρευνες ότι έχουμε περισσότερες πιθανότητες να φάμε τα ‘λάθος’ (πιο λιπαρά) φαγητά όταν είμαστε στρεσαρισμένοι» δήλωσε ο καθηγητής Jan Kiecolt-Glaser. «Τα δικά μας δεδομένα δείχνουν τώρα ότι είναι και πολύ πιθανότερο να πάρουμε βάρος από αυτά τα φαγητά, γιατί ο οργανισμός μας καίει λιγότερες θερμίδες όταν έχουμε άγχος».
Στις 58 γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα, δόθηκαν γεύματα που περιείχαν 930 θερμίδες και 60 γραμμάρια λίπους. Κατά μέσο όρο, εκείνες που δήλωσαν ότι είχαν ένα τουλάχιστον στρεσογόνο περιστατικό την προηγούμενη μέρα έκαψαν 104 θερμίδες λιγότερες από τις άλλες στις πρώτες επτά ώρες μετά το γεύμα.
Τα στρεσογόνα περιστατικά που αναφέρθηκαν περιλάμβαναν καυγάδες με συναδέλφους και συζύγους, διαφωνίες με φίλους, προβλήματα με τα παιδιά ή πίεση στη δουλειά. Μόλις έξι από τις γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι δεν αντιμετώπιζαν κανένα άγχος σε εκείνη την φάση.
Το γεύμα που τους δόθηκε αποτελούνταν από αυγά, λουκάνικα γαλοπούλας, μπισκότα και λιπαρή σάλτσα. Οι θερμίδες και το λίπος του αντιστοιχούσαν περίπου σε ένα burger με διπλό μπιφτέκι και πατάτες.
Πηγή in2life